Με τα χέρια βουτηγμένα σε ρώσικο αίμα
ο μικρός Σαντόρ ανεβαίνει
Όλόϊσια στον Παράδεισο.
Με το κασκέτο κόσκινο άπ τίς σφαίρες
Του εκτελεστικού αποσπάσματος
Ο μικρός Σαντόρ ανεβαίνει
Όλόϊσια στον Παράδεισο.
Δεν έζησε παρά δώδεκα χρόνους
Κι΄ ό δωδέκατος ήταν ο σφραγισμένος
Με το μαρτύριο και τη δόξα.
Ώ μέρες μεγάλες μέρες μ΄ατελείωτη
Την κάθε στιγμή
Σαν σφεντόνιζε τα μπουκάλια με τη βενζίνη
Στα ρώσικα τάνκς.
Είδε ένα Ρώσο να βγαίνει
Σαν τρελός έξω από το άρμα που φλεγόταν
Τα ρούχα του είχαν πάρει φωτιά
Κάηκε μπροστά τους σαν λαμπάδα.
'Έπειτα κυνήγησε στούς υπόνομους
Τούς φοβισμένους χαφιέδες που φεύγανε
Έχωσε τα χέρια τους μέσα στη σάρκα τους
Όλα τα παιδιά χώσαν τα χέρια τους
Μέσα στη σάρκα τους
Τα χέρια τους γέμισαν αίμα
Έπειτα σκέπασαν με τον βόρβορο τους χαφιέδες
Τους θάψανε για πάντα κάτω από τον βόρβορο.
Με τα χέρια τώρα βουτηγμένα στο αίμα
Αίμα και λάσπη της Ουγγαρίας
Της Ουγγαρίας που είναι πια μόνο
Μιά ψυχή χωρίς σάρκα
Μιά ψυχή τρελή μανιασμένη
Που την έχουν γδύσει απ΄την σάρκα
Ο μικρός Σαντόρ ανεβαίνει
Όλόϊσια στον Παράδεισο.
Αλλά τα χέρια του λάμπουν πιο πολύ
Κι΄ από τα χέρια του Εσταυρωμένου
Τρυπημένα με τα καρφιά
Σπαθίζουν τα χέρια του
Με κόκκινες ανταύγειες το Άπειρο.
Κι΄ο Θεός σκύβει να τα ασπαστεί.
Ίσως όμως και να μην έγινε έτσι
Ίσως να μην υπάρχουν
Ούτε ο Θεός ούτε ο Παράδεισος
Κι΄ ή ψυχή του Σαντόρ νάπεσε χάμω
Σαν ψόφια πεταλούδα μές τη λάσπη
Όταν οι Ρώσοι τον στήσανε στον τοίχο.
Αλλά θάθελα να υπάρχει ο Θεός
Να υπάρχει ο Παράδεισος
Μονάχα γιατί ήτανε τόσα λίγα τα χρόνια
Που έζησε ο Μικρός Σαντόρ
Τόσα λίγα δώδεκα χρόνια
Για μιάν άγια μορφή σαν τη δική του
Όταν εμείς ζούμε ακόμη.
Εμείς που τα χέρια μας έμειναν άσπρα
Χωρίς να βαφτούν μές το αίμα
Χωρίς να αγιάσουν τα χέρια μας.
ΦΑΙΔΡΟΣ ΜΠΑΡΛΑΣ
Eθνικός Σύνδεσμος Σαρωνικού
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου